γλειφιτζούρι

γλειφιτζούρι
το леденец на палочке

Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. . 1980.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Смотреть что такое "γλειφιτζούρι" в других словарях:

  • γλειφιτζούρι — και γλειφιτσούρι, το [γλείφω] ζαχαρωτό που είναι προσαρμοσμένο σε ξυλάκι …   Dictionary of Greek

  • γλειφιτσούρι — γλειφιτσούρι, το και γλειφιτζούρι, το είδος καραμέλας που στηρίζεται σε ξύλινο ή πλαστικό στέλεχος από όπου την κρατούν τα παιδιά για να τη γλείφουν: Πήρα μερικά γλειφιτσούρια για τα ανίψια μου …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»